1. Γήπεδο μπορεί να χαρακτηριστεί ΑΝΤΙΚΑΝΟΝΙΚΟ μόνο πριν από την έναρξη του αγώνα και για μια από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Όταν οι κύριες γραμμές του (του κέντρου, της επανορθωτικής περιοχής, της περιοχής τέρματος, των πλαγίων ή των τερμάτων), δεν έχουν χαραχθεί καθόλου.
β) Όταν οι ανωτέρω κύριες γραμμές του, ναι μεν έχουν χαραχθεί, πλην όμως αντικανονικά ή πλημμελώς, έτσι ώστε να μην εξασφαλίζουν την κανονική διεξαγωγή του αγώνα. Δεν συνιστά αντικανονικότητα το γεγονός ότι οι περιοχές του τέρματος ή η επανορθωτική περιοχή διαφέρουν από τις διαστάσεις που ορίζονται από τον Κανονισμό και είναι μεγαλύτερες ή μικρότερες από 35 εκατοστά του μέτρου.
γ) Όταν δεν διαθέτει τέρματα, σύμφωνα με τους κανονισμούς παιδιάς, ή αν τα τέρματα που υπάρχουν διαφέρουν από απόψεως διαστάσεων από το έδαφος σε ύψος ή σε μήκος κατά 15 εκατοστά του μέτρου μικρότερα ή μεγαλύτερα, σε σχέση με τις διαστάσεις που ορίζουν οι κανονισμοί.
δ) Όταν δεν υπάρχουν δίχτυα στα τέρματα.
2. Για τη δυνατότητα της διεξαγωγής ή όχι ενός αγώνα, λόγω αντικανονικότητας του γηπέδου, μόνος αρμόδιος να αποφασίσει είναι ο διαιτητής, ο οποίος στο Φ.Α. έχει υποχρέωση να αναγράφει περί αυτού κάθε παρατήρησή του.
Ειδικώτερα όμως η ομάδα που αγωνίζεται “εκτός έδρας” έχει το δικαίωμα να διατυπώνει σχετική ένσταση στο Φ.Α. πριν από την έναρξη του αγώνα.
Ο διαιτητής κατά το κλείσιμο του Φ.Α. οφείλει να απαντήσει επί των θεμάτων της ένστασης. Εάν παρ’ όλα αυτά το γήπεδο αποδειχθεί ότι είναι αντικανονικό και ο διαιτητής αποφασίσει τη διεξαγωγή του αγώνα, τότε εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 21 παρ. 2ε.ε και 3 του ΚΑΠ για το υπαίτιο σωματείο.
3. Μετά την άφιξή του στο γήπεδο και τουλάχιστον μισή ώρα πριν την έναρξη του αγώνα, ο διαιτητής, επιθεωρεί τον αγωνιστικό χώρο. Σε περίπτωση που διαπιστώσει ελλείψεις που καθιστούν το γήπεδο αντικανονικό καλεί αμέσως τον αρχηγό της γηπεδούχου ομάδας και ζητά τη λήψη κάθε ενδεικνυόμενου μέτρου για την κανονική διάθεση του γηπέδου, εφόσον κατά την κρίση του διαιτητή, αυτό δεν θα έχει επακόλουθο την καθυστέρηση έναρξης του αγώνα. Η γηπεδούχος ομάδα είναι υποχρεωμένη να συμμορφώνεται και να εκτελεί κάθε σχετική υπόδειξη του διαιτητή.
4. Η ματαίωση της διεξαγωγής ενός αγώνα, λόγω αντικανονικότητας του γηπέδου, συνεπάγεται σε βάρος της υπεύθυνης ομάδας που είναι γηπεδούχος, εκτός από τις άλλες συνέπειες (δηλ. του άρθρου 21 παρ. 2 ε.ε. και 3 του ΚΑΠ) και την υποχρέωση καταβολής των εξόδων του αγώνα (έξοδα μετακίνησης, εκτύπωσης εισιτηρίων, διαιτησίας κ.λπ.) που προσδιορίζονται από τη διοργανώτρια.
Άρθρο 10
Ακατάλληλο γήπεδο
1.Ένα γήπεδο επιτρέπεται να χαρακτηριστεί ακατάλληλο πριν ή μετά την έναρξη του αγώνα μόνο στις ακόλουθες εξαιρετικές περιπτώσεις, από τις οποίες είναι δυνατό να δημιουργηθεί κίνδυνος για τους αγωνιζόμενους ποδοσφαιριστές.
α. Όταν εξ αιτίας της βροχής ο αγωνιστικός χώρος έχει γίνει σε πολύ μεγάλο βαθμό λασπώδης και για τον λόγο αυτό η κίνηση των ποδοσφαιριστών είναι δύσκολη και κινδυνεύει η σωματική τους ακεραιότητα.
β. Όταν, από τη βροχή, ο αγωνιστικός χώρος έχει πλημμυρίσει σε διάφορα σημεία του από νερά, σε τέτοιο βαθμό που όταν η μπάλα πέφτει σ’ αυτά να μην αγγίζει το έδαφος.
γ. Όταν εξ αιτίας χιονοπτώσεως η περιφέρεια της μπάλας μεγαλώνει σε τέτοιο βαθμό ώστε να γίνεται αντικανονική.
δ. Όταν το χιόνι που έχει πέσει στον αγωνιστικό χώρο, παγώνει εξ αιτίας του ψύχους που επικρατεί και δημιουργείται απ’ αυτό τον λόγο κίνδυνος τραυματισμού των ποδοσφαιριστών.
2. Για τη δυνατότητα της διεξαγωγής ή της συνέχισης ενός αγώνα από την άποψη της καταλληλότητας ή όχι του γηπέδου μόνος αρμόδιος να αποφασίσει είναι ο διαιτητής, οι δε ομάδες που αγωνίζονται έχουν υποχρέωση να συμμορφώνονται σε οποιαδήποτε απόφασή του χωρίς να έχουν το δικαίωμα να υποβάλλουν ένσταση.
3. Απαγορεύεται η διεξαγωγή φιλικού αγώνα την ίδια ημέρα στο γήπεδο που χαρακτηρίστηκε ακατάλληλο γι’ αγώνες πρωταθλήματος από το διαιτητή.
4. Δεν επιτρέπεται κατ’ αρχήν στη διοργανώτρια αρχή η αναβολή αγώνα λόγω ακαταλληλότητας γηπέδου. Σε εξαιρετικές όμως περιπτώσεις, επιτρέπεται η αναβολή του , μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της διοργανώτριας αρχής. Για τα εθνικά πρωταθλήματα και το Κύπελλο η αναβολή επιτρέπεται 24 ώρες τουλάχιστον πριν τη διεξαγωγή του αγώνα.
α. Όταν εξ αιτίας της βροχής ο αγωνιστικός χώρος έχει γίνει σε πολύ μεγάλο βαθμό λασπώδης και για τον λόγο αυτό η κίνηση των ποδοσφαιριστών είναι δύσκολη και κινδυνεύει η σωματική τους ακεραιότητα.
β. Όταν, από τη βροχή, ο αγωνιστικός χώρος έχει πλημμυρίσει σε διάφορα σημεία του από νερά, σε τέτοιο βαθμό που όταν η μπάλα πέφτει σ’ αυτά να μην αγγίζει το έδαφος.
γ. Όταν εξ αιτίας χιονοπτώσεως η περιφέρεια της μπάλας μεγαλώνει σε τέτοιο βαθμό ώστε να γίνεται αντικανονική.
δ. Όταν το χιόνι που έχει πέσει στον αγωνιστικό χώρο, παγώνει εξ αιτίας του ψύχους που επικρατεί και δημιουργείται απ’ αυτό τον λόγο κίνδυνος τραυματισμού των ποδοσφαιριστών.
2. Για τη δυνατότητα της διεξαγωγής ή της συνέχισης ενός αγώνα από την άποψη της καταλληλότητας ή όχι του γηπέδου μόνος αρμόδιος να αποφασίσει είναι ο διαιτητής, οι δε ομάδες που αγωνίζονται έχουν υποχρέωση να συμμορφώνονται σε οποιαδήποτε απόφασή του χωρίς να έχουν το δικαίωμα να υποβάλλουν ένσταση.
3. Απαγορεύεται η διεξαγωγή φιλικού αγώνα την ίδια ημέρα στο γήπεδο που χαρακτηρίστηκε ακατάλληλο γι’ αγώνες πρωταθλήματος από το διαιτητή.
4. Δεν επιτρέπεται κατ’ αρχήν στη διοργανώτρια αρχή η αναβολή αγώνα λόγω ακαταλληλότητας γηπέδου. Σε εξαιρετικές όμως περιπτώσεις, επιτρέπεται η αναβολή του , μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της διοργανώτριας αρχής. Για τα εθνικά πρωταθλήματα και το Κύπελλο η αναβολή επιτρέπεται 24 ώρες τουλάχιστον πριν τη διεξαγωγή του αγώνα.
5. Εάν το γήπεδο καταστεί ακατάλληλο από υπαιτιότητα της γηπεδούχου ή της αντίπαλης ομάδας ή από τους οπαδούς τους με αποτέλεσμα να είναι αδύνατος η διεξαγωγή του προγραμματισμένου αγώνα, ο διαιτητής αναγράφει λεπτομερώς στο Φ.Α. τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε το γήπεδο ακατάλληλο, στη δε υπαίτια ομάδα ή στις υπαίτιες ομάδες επιβάλλονται οι ποινές του άρθρου 21 παρ. 3 του παρόντος.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου